Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Πριηνεύς
Πριήνη
πρίν
πρινίδιον
πρίνινος
πρινόκοκκα
πρῖνος
πρινώδης
πρινών
πριονώδης
πριονωτός
πρῖσις
πρῖσμα
πρισματοκαύστης
πρισμός
πριστήρ
πριστηροειδής
πρίστης
πριστικός
πριστινάριος
πρίστις
View word page
πριονωτός
made like a saw, jagged, serrated
ShortDef
made like a saw, jagged, serrated
Debugging
Headword:
πριονωτός
Headword (normalized):
πριονωτός
Headword (normalized/stripped):
πριονωτος
IDX:
72754
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72755
Key:
Data
{'content': 'made like a saw, jagged, serrated'}