Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρηδών
πρήθω
πρηκτήρ
πρῆμα
πρημαδίη
πρημαίνω
πρημνάς
πρημονάω
πρηνής
πρηνίζω
Πρηξάσπης
πρῆξις
Πρησενταῖος
πρῆσις
πρῆσις2
πρῆσμα
πρηστήρ
πρηστηριάζω
πρηστηροσόχος
πρητήν
Πριαμίδης
View word page
Πρηξάσπης
Prexaspes
ShortDef
Prexaspes
Debugging
Headword:
Πρηξάσπης
Headword (normalized):
πρηξάσπης
Headword (normalized/stripped):
πρηξασπης
IDX:
72717
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72718
Key:
Data
{'content': 'Prexaspes'}