Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρευμενής
πρηγιστεύω
πρηγορεών
πρηδών
πρήθω
πρηκτήρ
πρῆμα
πρημαδίη
πρημαίνω
πρημνάς
πρημονάω
πρηνής
πρηνίζω
Πρηξάσπης
πρῆξις
Πρησενταῖος
πρῆσις
πρῆσις2
πρῆσμα
πρηστήρ
πρηστηριάζω
View word page
πρημονάω
fume, seethe

ShortDef

fume, seethe

Debugging

Headword:
πρημονάω
Headword (normalized):
πρημονάω
Headword (normalized/stripped):
πρημοναω
IDX:
72714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72715
Key:

Data

{'content': 'fume, seethe'}