Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρεσβυγενής
πρέσβυς
πρεσβυτέριον
πρεσβύτης
πρεσβύτης2
πρεσβυτικός
πρεσβῦτις
πρεσβυτοδόκος
Πρέσβων
πρευμένεια
πρευμενής
πρηγιστεύω
πρηγορεών
πρηδών
πρήθω
πρηκτήρ
πρῆμα
πρημαδίη
πρημαίνω
πρημνάς
πρημονάω
View word page
πρευμενής
gentle of mood, friendly, gracious, favourable
ShortDef
gentle of mood, friendly, gracious, favourable
Debugging
Headword:
πρευμενής
Headword (normalized):
πρευμενής
Headword (normalized/stripped):
πρευμενης
IDX:
72704
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72705
Key:
Data
{'content': 'gentle of mood, friendly, gracious, favourable'}