Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρέπω
πρεπώδης
πρέπων
πρέσβα
πρέσβεα
πρεσβεία
πρέσβεια
πρεσβεῖον
πρεσβειόομαι
πρέσβευμα
πρεσβεύς
πρέσβευσις
πρεσβευτής
πρεσβευτικός
πρεσβεύω
πρεσβήϊον
πρεσβηΐς
πρέσβις
πρέσβις2
πρέσβιστος
πρέσβος
View word page
πρεσβεύς
ambassador

ShortDef

ambassador

Debugging

Headword:
πρεσβεύς
Headword (normalized):
πρεσβεύς
Headword (normalized/stripped):
πρεσβευς
IDX:
72682
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72683
Key:

Data

{'content': 'ambassador'}