Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρεπόντως
πρεπτός
πρέπω
πρεπώδης
πρέπων
πρέσβα
πρέσβεα
πρεσβεία
πρέσβεια
πρεσβεῖον
πρεσβειόομαι
πρέσβευμα
πρεσβεύς
πρέσβευσις
πρεσβευτής
πρεσβευτικός
πρεσβεύω
πρεσβήϊον
πρεσβηΐς
πρέσβις
πρέσβις2
View word page
πρεσβειόομαι
hold in honour

ShortDef

hold in honour

Debugging

Headword:
πρεσβειόομαι
Headword (normalized):
πρεσβειόομαι
Headword (normalized/stripped):
πρεσβειοομαι
IDX:
72680
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72681
Key:

Data

{'content': 'hold in honour'}