Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πραϋπαθέω
πραϋπαθής
πραΰς
πραϋσμός
πραϋτένων
πραΰτοκος
πραΰτροπος
πρείγα
πρεῖγυς
πρεμνίζω
πρέμνοθεν
πρέμνον
πρεμνώδης
πρεπόντως
πρεπτός
πρέπω
πρεπώδης
πρέπων
πρέσβα
πρέσβεα
πρεσβεία
View word page
πρέμνοθεν
from the stump
ShortDef
from the stump
Debugging
Headword:
πρέμνοθεν
Headword (normalized):
πρέμνοθεν
Headword (normalized/stripped):
πρεμνοθεν
IDX:
72667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72668
Key:
Data
{'content': 'from the stump'}