Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρατοπάμπαις
πρατορεύω
πρᾶτος
πρατός
πραΰγελως
πραΰθυμος
πραϋλόγος
πραϋμενής
πραΰμητις
πραΰνοος
πράϋνσις
πραϋντής
πραϋντικός
πραΰνω
πραϋπάθεια
πραϋπαθέω
πραϋπαθής
πραΰς
πραϋσμός
πραϋτένων
πραΰτοκος
View word page
πράϋνσις
softening, appeasing

ShortDef

softening, appeasing

Debugging

Headword:
πράϋνσις
Headword (normalized):
πράϋνσις
Headword (normalized/stripped):
πραυνσις
IDX:
72652
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72653
Key:

Data

{'content': 'softening, appeasing'}