Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρατήριον
πρατικός
πρατόπαις
πρατοπάμπαις
πρατορεύω
πρᾶτος
πρατός
πραΰγελως
πραΰθυμος
πραϋλόγος
πραϋμενής
πραΰμητις
πραΰνοος
πράϋνσις
πραϋντής
πραϋντικός
πραΰνω
πραϋπάθεια
πραϋπαθέω
πραϋπαθής
πραΰς
View word page
πραϋμενής
of gentle spirit

ShortDef

of gentle spirit

Debugging

Headword:
πραϋμενής
Headword (normalized):
πραϋμενής
Headword (normalized/stripped):
πραυμενης
IDX:
72649
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72650
Key:

Data

{'content': 'of gentle spirit'}