Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Πρασσαῖος
Πρασσοφάγος
πράσσω
πρασώδης
πρατά
πρατέος
πρατεύς
πρατήρ
πρατήριον
πρατικός
πρατόπαις
πρατοπάμπαις
πρατορεύω
πρᾶτος
πρατός
πραΰγελως
πραΰθυμος
πραϋλόγος
πραϋμενής
πραΰμητις
πραΰνοος
View word page
πρατόπαις
boys in their first year

ShortDef

boys in their first year

Debugging

Headword:
πρατόπαις
Headword (normalized):
πρατόπαις
Headword (normalized/stripped):
πρατοπαις
IDX:
72641
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72642
Key:

Data

{'content': 'boys in their first year'}