Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρασοφαγέω
πρασόχρους
Πρασσαῖος
Πρασσοφάγος
πράσσω
πρασώδης
πρατά
πρατέος
πρατεύς
πρατήρ
πρατήριον
πρατικός
πρατόπαις
πρατοπάμπαις
πρατορεύω
πρᾶτος
πρατός
πραΰγελως
πραΰθυμος
πραϋλόγος
πραϋμενής
View word page
πρατήριον
a place for selling, a market

ShortDef

a place for selling, a market

Debugging

Headword:
πρατήριον
Headword (normalized):
πρατήριον
Headword (normalized/stripped):
πρατηριον
IDX:
72639
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72640
Key:

Data

{'content': 'a place for selling, a market'}