Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεπίβλητος
ἀνεπιβούλευτος
ἀνεπίβουλος
ἀνεπιγνώμων
ἀνεπίγνωστος
ἀνεπίγραφος
ἀνεπιδάνειστος
ἀνεπιδείκνυμι
ἀνεπίδεικτος
ἀνεπίδεκτος
ἀνεπίδετος
ἀνεπίδηλος
ἀνεπίδικος
ἀνεπιδόκητος
ἀνεπίδοτος
ἀνεπιείκεια
ἀνεπιεικής
ἀνεπιζητησία
ἀνεπιζήτητος
ἀνεπίθετος
ἀνεπιθεώρητος
View word page
ἀνεπίδετος
not bandaged

ShortDef

not bandaged

Debugging

Headword:
ἀνεπίδετος
Headword (normalized):
ἀνεπίδετος
Headword (normalized/stripped):
ανεπιδετος
IDX:
7263
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7264
Key:

Data

{'content': 'not bandaged'}