Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρασοειδής
πρασόεις
πρασοκέφαλον
πρασοκουρίς
πρασόκουρον
πράσον
πρασόσπερμον
πρασοφαγέω
πρασόχρους
Πρασσαῖος
Πρασσοφάγος
πράσσω
πρασώδης
πρατά
πρατέος
πρατεύς
πρατήρ
πρατήριον
πρατικός
πρατόπαις
πρατοπάμπαις
View word page
Πρασσοφάγος
Leek-eater
ShortDef
Leek-eater
Debugging
Headword:
Πρασσοφάγος
Headword (normalized):
πρασσοφάγος
Headword (normalized/stripped):
πρασσοφαγος
IDX:
72632
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72633
Key:
Data
{'content': 'Leek-eater'}