Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρασιή
πράσιμος
πρασινοειδής
πράσινος
πράσιον
πράσιος
πρᾶσις
πρασίτης
πρασοειδής
πρασόεις
πρασοκέφαλον
πρασοκουρίς
πρασόκουρον
πράσον
πρασόσπερμον
πρασοφαγέω
πρασόχρους
Πρασσαῖος
Πρασσοφάγος
πράσσω
πρασώδης
View word page
πρασοκέφαλον
porrum capitatum

ShortDef

porrum capitatum

Debugging

Headword:
πρασοκέφαλον
Headword (normalized):
πρασοκέφαλον
Headword (normalized/stripped):
πρασοκεφαλον
IDX:
72624
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72625
Key:

Data

{'content': 'porrum capitatum'}