Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πραξικοπέω
Πραξίλλειον
πράξιμος
πρᾶξις
Πραξιτέλης
πραόνως
πρᾶος
πραότης
πραπίδες
πραπίς
πρασιά
πρασιάζω
πρασίζω
πρασιή
πράσιμος
πρασινοειδής
πράσινος
πράσιον
πράσιος
πρᾶσις
πρασίτης
View word page
πρασιά
a bed of leeks

ShortDef

a bed of leeks

Debugging

Headword:
πρασιά
Headword (normalized):
πρασιά
Headword (normalized/stripped):
πρασια
IDX:
72611
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72612
Key:

Data

{'content': 'a bed of leeks'}