Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πραγματοδίφης
πραγματοειδής
πραγματοκοπέω
πραγματοκόπος
πραγματολογέω
πραγματομαθής
πραγματοποιία
πραγματορράφος
πραγματώδης
πραγορίτης
πρᾶγος
πράδησις
πραιδεύω
πραίκων
πραιπόσιτος
πραισίδια
πραιτωριανοί
πραιτωρίδιον
πραιτώριον
πρακτεῖον
πρακτέος
View word page
πρᾶγος
= πρᾶγμα, matter; (Aesch.) state-affairs

ShortDef

= πρᾶγμα, matter; (Aesch.) state-affairs

Debugging

Headword:
πρᾶγος
Headword (normalized):
πρᾶγος
Headword (normalized/stripped):
πραγος
IDX:
72568
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72569
Key:

Data

{'content': '= πρᾶγμα, matter; (Aesch.) state-affairs'}