Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ποτνίασις
ποτνιασμός
ποτνιαστής
Ποτνιεύς
ποτόμφει
ποτόν
πότος
ποτός
που
ποῦ
πουλβῖνον
πούλιμος
Πουλυδάμας
Πουλυνόη
πουλύπους
Πουλυτίων
Πούπλιος
ποῦπος
πουρέακος
πουρεινίς
πούς
View word page
πουλβῖνον
pulvinus, cushion, bolster

ShortDef

pulvinus, cushion, bolster

Debugging

Headword:
πουλβῖνον
Headword (normalized):
πουλβῖνον
Headword (normalized/stripped):
πουλβινον
IDX:
72534
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72535
Key:

Data

{'content': 'pulvinus, cushion, bolster'}