Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεπείσακτος
ἀνεπέκτατος
ἀνεπέλευστος
ἀνεπεξέργαστος
ἀνεπεξήγητος
ἀνεπέρειστος
ἀνεπερώτητος
ἀνεπηρέαστος
ἀνεπής
ἀνεπιβάρητος
ἀνεπιβασία
ἀνεπίβατος
ἀνεπίβλητος
ἀνεπιβούλευτος
ἀνεπίβουλος
ἀνεπιγνώμων
ἀνεπίγνωστος
ἀνεπίγραφος
ἀνεπιδάνειστος
ἀνεπιδείκνυμι
ἀνεπίδεικτος
View word page
ἀνεπιβασία
prohibition of traffic

ShortDef

prohibition of traffic

Debugging

Headword:
ἀνεπιβασία
Headword (normalized):
ἀνεπιβασία
Headword (normalized/stripped):
ανεπιβασια
IDX:
7251
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7252
Key:

Data

{'content': 'prohibition of traffic'}