Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πότημα2
ποτηματοποιός
ποτήρ
ποτηριοκλέπτης
ποτήριον
ποτηριοφόρος
ποτηροθήκη
ποτηροπλύτης
πότης
ποτής
ποτητός
ποτητύν
ποτί
Ποτιδαία
Ποτιδαιάτης
Ποτιδαιατικός
ποτιδόρπιος
ποτιέρπω
ποτίζω
ποτικατάβλημα
ποτικός
View word page
ποτητός
flying, winged

ShortDef

flying, winged

Debugging

Headword:
ποτητός
Headword (normalized):
ποτητός
Headword (normalized/stripped):
ποτητος
IDX:
72485
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72486
Key:

Data

{'content': 'flying, winged'}