Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ποτή
ποτή2
πότημα
πότημα2
ποτηματοποιός
ποτήρ
ποτηριοκλέπτης
ποτήριον
ποτηριοφόρος
ποτηροθήκη
ποτηροπλύτης
πότης
ποτής
ποτητός
ποτητύν
ποτί
Ποτιδαία
Ποτιδαιάτης
Ποτιδαιατικός
ποτιδόρπιος
ποτιέρπω
View word page
ποτηροπλύτης
pluteus
ShortDef
pluteus
Debugging
Headword:
ποτηροπλύτης
Headword (normalized):
ποτηροπλύτης
Headword (normalized/stripped):
ποτηροπλυτης
IDX:
72482
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72483
Key:
Data
{'content': 'pluteus'}