Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ποταμόχωστος
ποταμώδης
ποτανός
ποτάομαι
ποταποφωνέω
ποτε
πότε
Ποτείδαια
Ποτειδεάτης
ποτέος
πότερον
πότερος
ποτέρωθεν
ποτέρωθι
ποτέρωθι;
ποτέρως
ποτέρωσε
ποτή
ποτή2
πότημα
πότημα2
View word page
πότερον
whether

ShortDef

whether

Debugging

Headword:
πότερον
Headword (normalized):
πότερον
Headword (normalized/stripped):
ποτερον
IDX:
72465
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72466
Key:

Data

{'content': 'whether'}