Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πορφύρω
πορφυρώματα
πόρω
ποσάκις
ποσαπλάσιος
ποσαπλοῦς
ποσάπους
ποσάχορδος
ποσαχῶς
πόσε
ποσεία
Ποσειδαῖα
Ποσειδανιασταί
Ποσειδῶν
Ποσειδωνία
Ποσειδωνιάτης
Ποσειδώνιον
Ποσειδώνιος
Ποσειδωνοπετής
ποσέτης
ποσθαλίσκος
View word page
ποσεία
enumeration
ShortDef
enumeration
Debugging
Headword:
ποσεία
Headword (normalized):
ποσεία
Headword (normalized/stripped):
ποσεια
IDX:
72395
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72396
Key:
Data
{'content': 'enumeration'}