Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ποντοποσειδῶν
Πόντος
πόντος
ποντοτίνακτος
ποντοχάρυβδις
ποντόω
πόντωσις
Ποπαίδιος
ποπανεῖον
πόπανον
ποπανοποιέω
ποπανοποιός
ποπανώδης
Ποπίλιος
Πόπιος
Πόπλιος
πόποι
ποποποῖ
ποππύζω
πόππυσμα
ποππυσμός
View word page
ποπανοποιέω
make cakes
ShortDef
make cakes
Debugging
Headword:
ποπανοποιέω
Headword (normalized):
ποπανοποιέω
Headword (normalized/stripped):
ποπανοποιεω
IDX:
72248
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72249
Key:
Data
{'content': 'make cakes'}