Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ποντοκύκη
ποντομέδων
ποντοναύτης
πόντονδε
Ποντόνοος
ποντοπαγής
ποντοπλάνητος
Ποντοπόρεια
ποντοπορεύω
ποντοπορέω
ποντοπόρος
Ποντοποσειδῶν
Πόντος
πόντος
ποντοτίνακτος
ποντοχάρυβδις
ποντόω
πόντωσις
Ποπαίδιος
ποπανεῖον
πόπανον
View word page
ποντοπόρος
passing over the sea, seafaring

ShortDef

passing over the sea, seafaring

Debugging

Headword:
ποντοπόρος
Headword (normalized):
ποντοπόρος
Headword (normalized/stripped):
ποντοπορος
IDX:
72237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72238
Key:

Data

{'content': 'passing over the sea, seafaring'}