Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ποντεύς
ποντίζω
Ποντικός
ποντίλιον
πόντιος
πόντισμα
ποντιστής
ποντιφεξ
ποντοβαφής
ποντόβροχος
ποντογενής
ποντόθεν
ποντοθήρης
ποντοκράτωρ
ποντοκύκη
ποντομέδων
ποντοναύτης
πόντονδε
Ποντόνοος
ποντοπαγής
ποντοπλάνητος
View word page
ποντογενής
seaborn
ShortDef
seaborn
Debugging
Headword:
ποντογενής
Headword (normalized):
ποντογενής
Headword (normalized/stripped):
ποντογενης
IDX:
72223
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72224
Key:
Data
{'content': 'seaborn'}