Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολφοφάκη
πομπά
πομπαγωγία
πομπαῖος
πομπεία
πομπεῖον
πομπεύς
πόμπευσις
πομπευτήριος
πομπευτής
πομπευτικός
πομπεύω
πομπή
Πομπήιος
πομπικός
Πομπίλιος
πομπίλος
πόμπιμος
πόμπιος
πομπός
πομποστολέω
View word page
πομπευτικός
processional
ShortDef
processional
Debugging
Headword:
πομπευτικός
Headword (normalized):
πομπευτικός
Headword (normalized/stripped):
πομπευτικος
IDX:
72165
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72166
Key:
Data
{'content': 'processional'}