Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύχρηστος
πολύχροια
πολυχρονία
πολυχρονίζω
πολυχρόνιος
πολυχρονιότης
πολύχροος
πολύχρυσος
πολύχυλος
πολύχυτος
πολυχώρητος
πολυχωρία
πολύχωρος
πολύχωστος
πολυψάμαθος
πολύψεκτος
πολυψευδόκαυχος
πολυψηφία
πολυψήφις
πολύψηφος
πολύψογος
View word page
πολυχώρητος
capacious, spacious

ShortDef

capacious, spacious

Debugging

Headword:
πολυχώρητος
Headword (normalized):
πολυχώρητος
Headword (normalized/stripped):
πολυχωρητος
IDX:
72127
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72128
Key:

Data

{'content': 'capacious, spacious'}