Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεξαπατησία
ἀνεξαπάτητος
ἀνεξαρίθμητος
ἀνεξέλεγκτος
ἀνεξέλικτος
ἀνεξέργαστος
ἀνεξερεύνητος
ἀνεξέταστος
ἀνεξεύρετος
ἀνεξήγητος
ἀνεξία
ἀνεξικακέω
ἀνεξικακία
ἀνεξίκακος
ἀνεξίκμαστος
ἀνεξίλαστος
ἀνεξιόομαι
ἀνεξίτηλος
ἀνεξίτητος
ἀνεξιχνίαστος
ἀνεξόδευτος
View word page
ἀνεξία
endurance, resignation

ShortDef

endurance, resignation

Debugging

Headword:
ἀνεξία
Headword (normalized):
ἀνεξία
Headword (normalized/stripped):
ανεξια
IDX:
7210
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7211
Key:

Data

{'content': 'endurance, resignation'}