Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύχεσος
πολυχεύμων
πολύχηλος
πολυχίτων
πολύχλωρος
πολύχνοος
πολυχοέω
πολυχοΐα
πολύχοος
πολυχορδία
πολύχορδος
πολύχορτος
πολυχρηματέω
πολυχρηματία
πολυχρηματίας
πολυχρήματος
πολυχρήμων
πολυχρήσιμος
πολυχρηστία
πολύχρηστος
πολύχροια
View word page
πολύχορδος
many-stringed

ShortDef

many-stringed

Debugging

Headword:
πολύχορδος
Headword (normalized):
πολύχορδος
Headword (normalized/stripped):
πολυχορδος
IDX:
72108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72109
Key:

Data

{'content': 'many-stringed'}