Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεξαλλοτρίωτος
ἀνεξαπατησία
ἀνεξαπάτητος
ἀνεξαρίθμητος
ἀνεξέλεγκτος
ἀνεξέλικτος
ἀνεξέργαστος
ἀνεξερεύνητος
ἀνεξέταστος
ἀνεξεύρετος
ἀνεξήγητος
ἀνεξία
ἀνεξικακέω
ἀνεξικακία
ἀνεξίκακος
ἀνεξίκμαστος
ἀνεξίλαστος
ἀνεξιόομαι
ἀνεξίτηλος
ἀνεξίτητος
ἀνεξιχνίαστος
View word page
ἀνεξήγητος
not to be told

ShortDef

not to be told

Debugging

Headword:
ἀνεξήγητος
Headword (normalized):
ἀνεξήγητος
Headword (normalized/stripped):
ανεξηγητος
IDX:
7209
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7210
Key:

Data

{'content': 'not to be told'}