Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυφωτιστής
πολυχαίτης
πολύχαλκος
πολυχανδής
πολυχάρακτος
πολυχαρής
πολυχαρίδας
πολυχαρίεις
πολύχαρμος
πολυχείμερος
πολυχείμων
πολύχειρ
πολυχειρία
πολύχεσος
πολυχεύμων
πολύχηλος
πολυχίτων
πολύχλωρος
πολύχνοος
πολυχοέω
πολυχοΐα
View word page
πολυχείμων
very stormy
ShortDef
very stormy
Debugging
Headword:
πολυχείμων
Headword (normalized):
πολυχείμων
Headword (normalized/stripped):
πολυχειμων
IDX:
72095
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72096
Key:
Data
{'content': 'very stormy'}