Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύφυλλος
πολύφυλος
πολύφυτος
πολυφωνέω
πολυφωνία
πολύφωνος
πολυφωτιστής
πολυχαίτης
πολύχαλκος
πολυχανδής
πολυχάρακτος
πολυχαρής
πολυχαρίδας
πολυχαρίεις
πολύχαρμος
πολυχείμερος
πολυχείμων
πολύχειρ
πολυχειρία
πολύχεσος
πολυχεύμων
View word page
πολυχάρακτος
variously formed

ShortDef

variously formed

Debugging

Headword:
πολυχάρακτος
Headword (normalized):
πολυχάρακτος
Headword (normalized/stripped):
πολυχαρακτος
IDX:
72089
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72090
Key:

Data

{'content': 'variously formed'}