Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυφραδέω
πολυφραδής
πολυφραδία
πολυφράδμων
πολύφραστος
πολύφροντις
πολυφρόντιστος
πολυφροσύνη
πολύφρων
πολυφυής
πολύφυλλος
πολύφυλος
πολύφυτος
πολυφωνέω
πολυφωνία
πολύφωνος
πολυφωτιστής
πολυχαίτης
πολύχαλκος
πολυχανδής
πολυχάρακτος
View word page
πολύφυλλος
with many leaves, thick-leaved
ShortDef
with many leaves, thick-leaved
Debugging
Headword:
πολύφυλλος
Headword (normalized):
πολύφυλλος
Headword (normalized/stripped):
πολυφυλλος
IDX:
72079
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72080
Key:
Data
{'content': 'with many leaves, thick-leaved'}