Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολύφοιτος
πολύφονος
Πολυφόντης
πολύφορβος
πολυφορέω
πολυφόρητος
πολυφορία
πολυφόρος
πολύφορτος
πολυφραδέω
πολυφραδής
πολυφραδία
πολυφράδμων
πολύφραστος
πολύφροντις
πολυφρόντιστος
πολυφροσύνη
πολύφρων
πολυφυής
πολύφυλλος
πολύφυλος
View word page
πολυφραδής
very eloquent
ShortDef
very eloquent
Debugging
Headword:
πολυφραδής
Headword (normalized):
πολυφραδής
Headword (normalized/stripped):
πολυφραδης
IDX:
72070
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72071
Key:
Data
{'content': 'very eloquent'}