Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Πολύφημος
Πολυφήτης
πολυφθεγγής
πολυφθερής
πολύφθογγος
πολυφθονερός
πολύφθοος
πολυφθόρος
πολύφθορος
πολυφίλητος
πολυφιλία
πολύφιλος
πολύφιλτρος
πολυφλέγματος
πολύφλογος
πολύφλοιος
πολύφλοισβος
πολύφοβος
πολύφοιτος
πολύφονος
Πολυφόντης
View word page
πολυφιλία
abundance of friends

ShortDef

abundance of friends

Debugging

Headword:
πολυφιλία
Headword (normalized):
πολυφιλία
Headword (normalized/stripped):
πολυφιλια
IDX:
72052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72053
Key:

Data

{'content': 'abundance of friends'}