Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυφειδής
πολυφημία
πολύφημος
Πολύφημος
Πολυφήτης
πολυφθεγγής
πολυφθερής
πολύφθογγος
πολυφθονερός
πολύφθοος
πολυφθόρος
πολύφθορος
πολυφίλητος
πολυφιλία
πολύφιλος
πολύφιλτρος
πολυφλέγματος
πολύφλογος
πολύφλοιος
πολύφλοισβος
πολύφοβος
View word page
πολυφθόρος
destroying many, deathful, rife with death
ShortDef
destroying many, deathful, rife with death
Debugging
Headword:
πολυφθόρος
Headword (normalized):
πολυφθόρος
Headword (normalized/stripped):
πολυφθορος
IDX:
72049
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72050
Key:
Data
{'content': 'destroying many, deathful, rife with death'}