Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Πολυφείδης
πολυφειδής
πολυφημία
πολύφημος
Πολύφημος
Πολυφήτης
πολυφθεγγής
πολυφθερής
πολύφθογγος
πολυφθονερός
πολύφθοος
πολυφθόρος
πολύφθορος
πολυφίλητος
πολυφιλία
πολύφιλος
πολύφιλτρος
πολυφλέγματος
πολύφλογος
πολύφλοιος
πολύφλοισβος
View word page
πολύφθοος
on which the oracle was much consulted
ShortDef
on which the oracle was much consulted
Debugging
Headword:
πολύφθοος
Headword (normalized):
πολύφθοος
Headword (normalized/stripped):
πολυφθοος
IDX:
72048
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72049
Key:
Data
{'content': 'on which the oracle was much consulted'}