Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυφάσματος
πολύφατος
πολύφαυλος
πολυφεγγής
Πολυφείδης
πολυφειδής
πολυφημία
πολύφημος
Πολύφημος
Πολυφήτης
πολυφθεγγής
πολυφθερής
πολύφθογγος
πολυφθονερός
πολύφθοος
πολυφθόρος
πολύφθορος
πολυφίλητος
πολυφιλία
πολύφιλος
πολύφιλτρος
View word page
πολυφθεγγής
complicated
ShortDef
complicated
Debugging
Headword:
πολυφθεγγής
Headword (normalized):
πολυφθεγγής
Headword (normalized/stripped):
πολυφθεγγης
IDX:
72044
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72045
Key:
Data
{'content': 'complicated'}