Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυφάνταστος
πολύφαντος
πολυφάρμακος
πολυφασία
πολυφάσματος
πολύφατος
πολύφαυλος
πολυφεγγής
Πολυφείδης
πολυφειδής
πολυφημία
πολύφημος
Πολύφημος
Πολυφήτης
πολυφθεγγής
πολυφθερής
πολύφθογγος
πολυφθονερός
πολύφθοος
πολυφθόρος
πολύφθορος
View word page
πολυφημία
far-spread fame
ShortDef
far-spread fame
Debugging
Headword:
πολυφημία
Headword (normalized):
πολυφημία
Headword (normalized/stripped):
πολυφημια
IDX:
72040
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72041
Key:
Data
{'content': 'far-spread fame'}