Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύυμνος
πολυυπνία
πολύυπνος
πολυφαγέω
πολυφαγία
πολυφάγος
πολυφανής
πολύφανος
πολυφάνταστος
πολύφαντος
πολυφάρμακος
πολυφασία
πολυφάσματος
πολύφατος
πολύφαυλος
πολυφεγγής
Πολυφείδης
πολυφειδής
πολυφημία
πολύφημος
Πολύφημος
View word page
πολυφάρμακος
knowing many drugs

ShortDef

knowing many drugs

Debugging

Headword:
πολυφάρμακος
Headword (normalized):
πολυφάρμακος
Headword (normalized/stripped):
πολυφαρμακος
IDX:
72032
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72033
Key:

Data

{'content': 'knowing many drugs'}