Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄβδης
ἀβέβαιος
ἀβεβαιότης
ἀβέβηλος
Ἄβελος
ἀβελτερεύομαι
ἀβελτερία
ἀβελτεροκόκκυξ
ἀβέλτερος
Ἀβεσσαῖος
ἀβίαστος
ἀβίβλης
ἄβιος
ἄβιος2
ἀβίοτος
ἀβιωτοποιός
ἀβίωτος
ἀβλάβεια
ἀβλαβής
ἀβλαστέω
ἀβλάστητος
View word page
ἀβίαστος
unforced, without violence
ShortDef
unforced, without violence
Debugging
Headword:
ἀβίαστος
Headword (normalized):
ἀβίαστος
Headword (normalized/stripped):
αβιαστος
IDX:
71
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72
Key:
Data
{'content': 'unforced, without violence'}