Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυτιμώρητος
πολύτιτος
πολύτλας
πολυτλήμων
πολύτλητος
πολύτμητος
πολυτοιοῦτος
πολυτοκέω
πολυτοκία
πολυτόκος
πολύτολμος
πολυτόρος
πολυτραφής
πολυτράχηλος
πολύτρεπτος
πολυτρήρων
πολύτρητος
πολυτρίπους
πολύτριπτος
πολύτριχος
πολυτροπία
View word page
πολύτολμος
very bold
ShortDef
very bold
Debugging
Headword:
πολύτολμος
Headword (normalized):
πολύτολμος
Headword (normalized/stripped):
πολυτολμος
IDX:
71997
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71998
Key:
Data
{'content': 'very bold'}