Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυτελεύομαι
πολυτελέω
πολυτελής
πολυτενής
πολυτερπής
πολυτέχνης
πολυτεχνής2
πολυτεχνία
πολύτεχνος
πολυτιμητίζω
πολυτίμητος
πολυτιμία
πολύτιμος
πολυτιμώρητος
πολύτιτος
πολύτλας
πολυτλήμων
πολύτλητος
πολύτμητος
πολυτοιοῦτος
πολυτοκέω
View word page
πολυτίμητος
highly honoured, most honoured
ShortDef
highly honoured, most honoured
Debugging
Headword:
πολυτίμητος
Headword (normalized):
πολυτίμητος
Headword (normalized/stripped):
πολυτιμητος
IDX:
71984
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71985
Key:
Data
{'content': 'highly honoured, most honoured'}