Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυτεκνέω
πολυτεκνία
πολύτεκνος
πολυτέλεια
πολυτελεύομαι
πολυτελέω
πολυτελής
πολυτενής
πολυτερπής
πολυτέχνης
πολυτεχνής2
πολυτεχνία
πολύτεχνος
πολυτιμητίζω
πολυτίμητος
πολυτιμία
πολύτιμος
πολυτιμώρητος
πολύτιτος
πολύτλας
πολυτλήμων
View word page
πολυτεχνής2
wrought with much art

ShortDef

wrought with much art

Debugging

Headword:
πολυτεχνής2
Headword (normalized):
πολυτεχνής
Headword (normalized/stripped):
πολυτεχνης2
IDX:
71980
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71981
Key:

Data

{'content': 'wrought with much art'}