Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυσχήμων
πολυσχιδής
πολυσχιδία
πολύσχιστος
πολύσχοινος
πολυσώματος
πολύσωρος
πολυτάλαντος
πολυτάρακτος
πολυτάραχος
πολυταρβής
πολυτειρής
πολυτειρής2
πολυτεκνέω
πολυτεκνία
πολύτεκνος
πολυτέλεια
πολυτελεύομαι
πολυτελέω
πολυτελής
πολυτενής
View word page
πολυταρβής
much-frightened

ShortDef

much-frightened

Debugging

Headword:
πολυταρβής
Headword (normalized):
πολυταρβής
Headword (normalized/stripped):
πολυταρβης
IDX:
71967
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71968
Key:

Data

{'content': 'much-frightened'}