Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολύσφελμος
πολυσφόνδυλος
πολυσφράγιστος
πολυσχεράς
πολυσχημάτιστος
πολυσχήματος
πολυσχημοσύνη
πολυσχήμων
πολυσχιδής
πολυσχιδία
πολύσχιστος
πολύσχοινος
πολυσώματος
πολύσωρος
πολυτάλαντος
πολυτάρακτος
πολυτάραχος
πολυταρβής
πολυτειρής
πολυτειρής2
πολυτεκνέω
View word page
πολύσχιστος
many-branching
ShortDef
many-branching
Debugging
Headword:
πολύσχιστος
Headword (normalized):
πολύσχιστος
Headword (normalized/stripped):
πολυσχιστος
IDX:
71960
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71961
Key:
Data
{'content': 'many-branching'}