Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυσύνδεσμος
πολυσύνδετος
πολυσύνθετος
πολυσφαγής
πολυσφαιρία
πολύσφακτος
πολύσφελμος
πολυσφόνδυλος
πολυσφράγιστος
πολυσχεράς
πολυσχημάτιστος
πολυσχήματος
πολυσχημοσύνη
πολυσχήμων
πολυσχιδής
πολυσχιδία
πολύσχιστος
πολύσχοινος
πολυσώματος
πολύσωρος
πολυτάλαντος
View word page
πολυσχημάτιστος
multiform
ShortDef
multiform
Debugging
Headword:
πολυσχημάτιστος
Headword (normalized):
πολυσχημάτιστος
Headword (normalized/stripped):
πολυσχηματιστος
IDX:
71954
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71955
Key:
Data
{'content': 'multiform'}