Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύστιος
πολύστιπτος
πολυστιχία
πολύστιχος
πολύστοιχος
πολυστομέω
πολύστομος
πολύστονος
πολύστρεπτος
πολυστρεφής
πολύστροιβος
πολυστρόφαλιγξ
πολυστροφία
πολύστροφος
πολύστυλος
πολυσύγκρατος
πολυσύγκριτος
πολυσύλλαβος
πολυσύνδεσμος
πολυσύνδετος
πολυσύνθετος
View word page
πολύστροιβος
much-tossed, tempestuous

ShortDef

much-tossed, tempestuous

Debugging

Headword:
πολύστροιβος
Headword (normalized):
πολύστροιβος
Headword (normalized/stripped):
πολυστροιβος
IDX:
71936
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71937
Key:

Data

{'content': 'much-tossed, tempestuous'}