Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυστένακτος
πολυστέφανος
πολυστεφής
πολύστημος
πολυστιβία
πολύστικτος
πολύστιος
πολύστιπτος
πολυστιχία
πολύστιχος
πολύστοιχος
πολυστομέω
πολύστομος
πολύστονος
πολύστρεπτος
πολυστρεφής
πολύστροιβος
πολυστρόφαλιγξ
πολυστροφία
πολύστροφος
πολύστυλος
View word page
πολύστοιχος
in many rows

ShortDef

in many rows

Debugging

Headword:
πολύστοιχος
Headword (normalized):
πολύστοιχος
Headword (normalized/stripped):
πολυστοιχος
IDX:
71930
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71931
Key:

Data

{'content': 'in many rows'}