Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυστέλεχος
πολυστένακτος
πολυστέφανος
πολυστεφής
πολύστημος
πολυστιβία
πολύστικτος
πολύστιος
πολύστιπτος
πολυστιχία
πολύστιχος
πολύστοιχος
πολυστομέω
πολύστομος
πολύστονος
πολύστρεπτος
πολυστρεφής
πολύστροιβος
πολυστρόφαλιγξ
πολυστροφία
πολύστροφος
View word page
πολύστιχος
in many rows
ShortDef
in many rows
Debugging
Headword:
πολύστιχος
Headword (normalized):
πολύστιχος
Headword (normalized/stripped):
πολυστιχος
IDX:
71929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71930
Key:
Data
{'content': 'in many rows'}